

Εγώ και τα πουλιά της Ανατολής
θα πετάμε ψηλά,
με τα χέρια ανοιχτά
και τις παλάμες καθαρές
στον ουρανό της πόλης.
Αθήνα,
ανοίγω την αγγαλιά μου για τις πλατείες σου,
τα μάρμαρα,
τα φανάρια σου
και τα στουμπωμένα απ την ρακή
παιδιά playmobil στα σοκάκια του Ψυρρή.
ανοίγουμε τις πύλες να φανούν
τα λευκά μας χαμόγελα
μήπως και παρ(εξηγηθούμε)
ή μας περάσουν για χαζούς γιατί γελάμε,
γι ανόητους,
τρελούς γιατι οχι?
με τις άκρες των δαχτύλων πάνω στο σάλτο,
κι ύστερα την ξεχνάμε
εκείνη όμως έχει ακόμη επάνω της
το χτύπημα
και το δαχτυλικό μας αποτύπωμα
κι ίσως τότε που καταφέρουμε να πεσουμε τόσο χαμηλά ωστε να πετάμε,
καταφέρουμε να την αρπάξουμε,
να την φιλήσουμε στο μέτωπο
και να ξαπλώσουμε παρέα κάτω απ τον ήλιο
στα χορτάρια.
...ποιά χορτάρια?
Σήμερα ήταν ξεχωριστή ημέρα..
στην αρχή ήταν όλα όπως πάντα...
όπως κάθε πρωί
κι ύστερα πρόσθεσα και λίγο μώβ,
και λίγο πράσινο.
τα τεχνητά
δέν ήταν κι άσχημα σήμερα..
και φάνικες κι εσύ φεγγάρι,
μεγάλο τελευταία ,
κι όμορφο...
εγώ και οι δυό μου φίλες
κι οι δύο πράσινες με λίγο μαύρο
απόψε
και γυρνούσαμε στο Χρόνο κι ήταν όλα περίεργα
απόψε..
συγχρονισμένα...
μ εμένα,
με την Γιάννα και την Μαρία
και μ άλλους μαζί..
γυρίσαμε,
απο εδώ και απο εκεί
και σ έναν φίλο μας αλχημηστή,
και μετά
καθώς πηγαίναμε η καθε μια στο μέρος το δικό της
ήρθε κι εκείνο το άρωμα απο την Ανατολή
το κόκκινο,
το άσπρο,
και το καφέ.
και τώρα περιμένω να ρθει το φώς,
να φάω λίγο ακόμη χρώμα.